Η Σωτηρία έφτιαξε ένα καφέ, έριξε μέσα στο ποτήρι πολύ πάγο και κάθισε δίπλα στο στρογγυλό τραπέζι της κουζίνας της. Πήρε την λεκάνη με τις μπάμιες και άρχισε να τις καθαρίζει μία – μία. Δεν άνοιξε τηλεόραση, μήτε ράδιο, το μυαλό της ταξίδευε πίσω στην μάνα της. Θυμήθηκε πως εκείνη καθάριζε τις μπάμιες της, έκοβε γύρω – γύρω το κοτσανάκι τους και με πόση υπομονή ‘’ Δεν πρέπει να κοπούν και να βγάλουν τα σάλια τους’’ της έλεγε , θυμήθηκε πως τις έβαζε στο μεγάλο τους ταψί απλωτά, έριχνε από πάνω ξύδι από άσπρο κρασί και μετά τις έβγαζε στον ήλιο να μαραθούν, ύστερα τις έπλενε κάτω από τρεχούμενο νερό της βρύσης και τις στράγγιζε πολύ καλά στο τρυπητό που σούρωνε τα μακαρόνια της. Σαν να την έβλεπε μπροστά της να τσιγαρίζει το κρεμμύδι, το σκόρδο, να ψιλοκόβει το μαϊντανό, να τρίβει τις κατακόκκινες γινόμενες ντομάτες, να κουνάει κυκλικά την κατσαρόλα για να μην πιάσουν οι μπάμιες της και να περιμένει με ευλάβεια πάνω από την κατσαρόλα της μέχρι να μείνει το φαγητό της με το λαδάκι του. ‘’ Αχ μάνα μου’’ φώναξε δυνατά η Σωτηρία και σηκώθηκε να πάει να βάλει τις μπάμιες της στο ταψί.
Υλικά
1 κιλό μπάμιες φρέσκες
¾ της κούπας ελαιόλαδο
2 μέτρια ξερά κρεμμύδια ψιλοκομμένα
2 σκελίδες σκόρδου ψιλοκομμένες
2 φρέσκες ντομάτες τριμμένες στον τρίφτη
½ κουτ. του γλυκού ζάχαρη
½ κούπα μαϊντανό ψιλοκομμένο
1 φλιτζανάκι του καφέ ξίδι
Αλάτι – μαύρο πιπέρι
Παρασκευή
Α) Κόβουμε περιμετρικά το κοτσανάκι από τις μπάμιες, τις τοποθετούμε σε ταψί, τις περιχύνουμε με το ξίδι και τις αφήνουμε για μια ώρα στον ήλιο. Τις πλένουμε και τις στραγγίζουμε.
Β) Σε μια κατσαρόλα βάζουμε να ζεσταθεί το ελαιόλαδο, προσθέτουμε τα κρεμμύδια και σοτάρουμε, προσθέτουμε τις μπάμιες και το σκόρδο συνεχίζοντας απαλά το ανακάτεμα.
Γ) Ρίχνουμε τις ντομάτες ,τη ζάχαρη, αλάτι , μαύρο πιπέρι, το μαϊντανό, προσθέτουμε λίγο ζεστό νερό, χαμηλώνουμε την φωτιά και σιγοβράζουμε μέχρι οι μπάμιες να μείνουν με το λάδι τους.
Μυστικό : Δεν ανακατεύουμε τις μπάμιες μόνο κουνάμε κυκλικά την κατσαρόλα.